Ιστότοπος για τους Φιλιατες και οχι μονο- με νέα και παλιά, ειδήσεις και σχόλια, λαογραφικά και φωτογραφικά θέματα και την εφημεριδα μας ¨τα ΝΕΑ των Φιλιατών¨ σε ηλεκτρονική μορφή


Ντοκουμέντα της Κατοχή

*ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΚΑΡΗΣ: Μέχρι το 1944 οι κάτοικοι των Φιλιατών, ανάλογα με το θρήσκευμα και τη γλώσσα τους, χωρίζονταν σε δύο τμήματα: Τους χριστιανούς και τους μωαμεθανούς. Οι δεύτεροι, που αποτελούσαν και την πλειονότητα, ονομάζονταν από τους ελληνόφωνους ¨τούρκοι¨. Οι σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων  πριν τον πόλεμο δεν ήταν άριστες, μπορούν  όμως να χαρακτηριστούν από ανεκτικές έως φιλικές. Σε κάθε περίπτωση όμως ήταν καλύτερες από τις σχέσεις χριστιανών και μουσουλμάνων της Παραμυθιάς. Σύμφωνα με μαρτυρία της μητέρας μου, η γιαγιά μου, η κάκω-Σίγια, ακόμη και στη διάρκεια της κατοχής είχε στο Φιλιάτι φίλη ¨τουρκάλα¨, τη σύζυγο του Σαΐπ Τσάνε Λάγια, την οποία επισκέπτονταν στο σπίτι της και συνομιλούσαν στα ελληνικά, αφού οι περισσότεροι ήταν μουσουλμάνοι, Έλληνες εξισλαμισθέντες, η δε γιαγιά μου δε γνώριζε ούτε λέξη αρβανίτικη.

*ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΕΤΡΟΥ: Αύγουστος το ‘44 ήταν που είχα έρθει με την μάννα στο Παζάρι στο Φιλιάτι να πουλήσουμε λίγα μποστανικά και να αγοράσουμε διάφορα χρειαζούμενα, ήμουνα 17 χρονών. Με έστειλε η μάννα στο φούρνο του Γιώρη Μαντζάρας, εκεί στην κατηφόρα για να πάρω κάτι. Ο Γιώρης μου είπε πως όταν θα φύγω για το Φοινίκι να περάσω από το φούρνο να μου δώσει ¨κουστό¨, να το πάω στη Φροσύνη- τη γυναίκα του, τα σπίτια μας ήταν απέναντι. Βγαίνοντας από το φούρνο να πάω στη μάννα με πλησίασαν δυο τζιαντραμάδες και με ρώταγαν διάφορα. Πρέπει να πω ότι εκείνες τις μέρες στην Παραμυθιά είχαν μπει αντάρτες και γινότανε σκοτωμοί μουσουλμάνων και οι δικοί μας εδώ στο Φιλιάτι ήταν αναστατωμένοι. Μάλιστα εκείνη τη μέρα πρέπει να είχαν σύσκεψη στο Φιλιάτι αγάδες, από την περιοχή, Κονίσπολη, Λιόψη κι αλλού. Θυμάμαι κάποιοι κάθονταν  κάτω από τις συκαμινιές, στο καφενείο του Γιώρη Γκιζά, πάνω από τη σημερινή πλατεία Μουργκάνας. Ένας από αυτούς, ο αγάς Χαρουλάς από την Κονίσπολη, μίλησε, όταν με πέρναγαν οι τζαντριμάδες να με πάνε στον Αλφρέδο- τον Γερμανό φρούραρχο και είπε: ¨καλά κάνετε και τσου μαζεύετε δε βλέπετε τι γίνεται στην Παραμυθιά¨;

 Ο Αλφρέδος ήταν ένας καλλιεργημένος άνθρωπος και ευγενικός απέναντι μου, με ρώτησε κάτι έτσι τυπικά- ο άνθρωπος είχε τις σκοτούρες του που έπρεπε να φύγουν για τη Γερμανία. Τελικά τους είπε εγώ δεν τον θέλω, αν τον θέλετε εσείς πάρτε τον να τον ανακρίνετε. Με πήραν λοιπόν και με πήγαν στο Α΄ δημοτικό σχολείο, εκεί ήταν η τζαντερμαρία- το διοικητήριο τους. Με έβαλαν σε έναν χώρο κάτω από τη σκάλα. Εγώ είχα μαζί μου ένα σημείωμα και ευτυχώς που δεν μου είχαν κάνει ακόμη έρευνα. Μέσα εκεί στο χώρο που σαν κατώι ήταν και τρία πρόβατα. Έβγαλα το χαρτί το έκανα μπαλίτσα και κοίταγα που να το κρύψω. Κάποια στιγμή το έβαλα στο αυτί ενός πρόβατου αλλά αυτό αντέδρασε και έπεσε κάτω το χαρτί. Το μάζεψα και το έφαγα. Σε λίγο ήρθε ένας τζαντρεμάς και με ανέβασε στο γραφείο του διοικητή τους. Αυτός άρχισε να με ρωτάει διάφορα, αν έχει αντάρτες στο χωριό, αν έχουν όπλα και άλλα τέτοια. Εγώ ήμουν δασκαλεμένος από την οργάνωση που μου είχαν πει αν σε πιάσουν θα λες ότι έχει αντάρτες και έχουν πολλά όπλα- για να φοβηθούν και να μη κάνουν καμιά επίθεση στο χωριό. Έτσι τους είπα κι εγώ. Εκεί που με είχαν στο γραφείο και με ανακρίνανε ήρθε ένας άλλος τζαντριμάς και κάτι είπε στο αυτί του διοικητή τους, τότε αυτός γύρισε προς τα εμένα και μου είπε φύγε. Έφυγα κι εγώ, πήγα βρήκα τη μάννα αναστατωμένη και αυτή μου είπε πως μεσολάβησε ο Σιαϊπ Λάγιας. Πήγαμε μαζί σε έναν αγά μου είπε κι ο Σιαϊπ τους είπε μπροστά μου: ¨τι είναι αυτά που κάνετε, τι κοιτάτε να μάθετε από ένα παιδί, θα μας πάρετε στο λαιμό σας¨. Οι περισσότεροι Φιλιατιώτες μουσουλμάνοι ήταν φιλήσυχοι άνθρωποι, αλλά έρχονταν και έκαναν κουμάντο σιοκόλια από τη Βάρφανη, την Κότσικα, την Λιόψη και αλλού.

*ΑΛΕΞΗΣ ΤΑΓΚΑΣ: Την περίοδο της κατοχής, 15χρονο παιδί θυμάμαι είχα πάει τσοπάνος στον Καλπακιώτη αγά Μαλίκ Κούπε, είχε καμιά 40 πρόβατα και ένα παιδί που δεν ήταν καλό. Ο Μαλίκης είχε το σπίτι απάνω στη ράχη, στο δρόμο που πάει για τη Σίδερη, εγώ βόσκαγα τα προβατάκια στα ριζά στο Σιδερίτικο. Εκεί βόσκαγαν και δυο παιδιά απ’ τη Σίδερη, στην άκρη του Καλαμά. Μια μέρα δυο τουρκάκια από τη Βάρφανη, από την άλλη μεριά του Καλαμά, έβαλαν στο σημάδι τα παιδιά και το ένα το σκότωσαν, το άλλο έφυγε. Τον έβλεπα αυτόν που γλύτωσε, έρχονταν μοναχός του αλλά ήταν πολύ χάλια, πέρναγε μεγάλη φτώχια. Καμιά φορά τον έβλεπα να βυζαίνει την  προβατίνα. Του έδινα κάπου κάπου λίγο ψωμί, από το λιγοστό που είχα κι εγώ.

*ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ  Δ. ΤΖΙΟΒΑΡΑΣ από τη Φανερωμένη: Στη θέση Γκάρδι- Σκαρπάτες στις14/5/44 ένοπλο σώμα του ΕΛΑΣ σε ενέδρα στην Αγία Αικατερίνη σκότωσε τον Κιαμήλ Ντογιάκα ο οποίος λυμαίνονταν τις περιουσίες των χριστιανών. Σε αντίποινα οι αλβανοτσάμηδες στο ίδιο μέρος σκότωσαν τρεις, τον Κωνσταντίνο Πάντο, τον Κωνσταντίνο Μιχάλη– από Γηρομέρι, και τον Σπυρίδωνα Σμπήτα.

*ΓΙΩΡΗΣ ΤΑΦΕΚΗΣ: ¨Νο Φάτσα Ντούλκα¨, ήταν η εντολή που έδιναν οι Ιταλοί, μετά τον βομβαρδισμό του Τάκα, που έγινε από τον ελληνικό στρατό και σκότωσε τον συνταγματάρχη τους- ο οποίος έζησε τραυματίας δυο ώρες και είχε ‘πει ¨αν πιάσετε τον πυροβολητή να μην τον πειράξετε- να του πείτε συγχαρητήρια, ¨είχε ρίξει τη βόμβα μέσα στο καζάνι στου ΤΑΚΑ που είχαν στρατοπεδεύσει οι ιταλοί και σκοτώθηκαν πολλοί.

*ΓΙΩΡΓΟΣ  ΝΟΥΣΙΑΣ: Ο Ομέρ Ντέμης αγάς από τον Πιτσάρι, που είχε το Σαράι στο λόφο στο χωριό- έδινε το γάλα στο μεγαλέμπορο Κ. Όμως λεφτά δεν έβλεπε ο αγάς  και μια μέρα του ‘44 πάει στο μαγαζί του Κ λογοφέρανε και ο αγάς χτύπησε τον Κ., με ένα σκαμνί κεφάλι. Λένε πως μετά, ο γαμπρός του Κ., έβαλε ανθρώπους και σκότωσαν τον αγά. Από άλλη πηγή μάθαμε πως την κάπα του αγά την αγόρασε στην Παραμυθιά ο Κώστα Λιανός από το Φιλιάτι. Συγγενείς του αγά που είδαν να φοράει την κάπα ο Λιανός είπαν αυτός είναι ο δολοφόνος του δικού μας και τον σκότωσαν.

*ΓΙΩΡΓΟΣ  ΠΟΥΛΟΣ: Οι γείτονες μου στο Φιλιάτι οι Σελιμαίοι είχαν ένα σκυλί τη ¨σουλτάνα¨, αυτό γούργιαζε για μέρες και δεν σταμάταγε αν δεν το σκότωναν. Μετά από κάτι μέρες σκότωσαν οι Τσάμηδες τον Νικόλα Σελίμη τον πατέρα της οικογένειας.

*ΚΩΣΤΑΣ ΓΚΡΕΚΑΣ: Μπήκαν οι Τσάμηδες στο σπίτι μας και πήραν ό,τι υπήρχε από ρουχισμό, μέσα στο λίγο χρόνο που μπήκαν την πρώτη φορά οι ιταλοί, μου έλεγε ο παππούς μου ο δάσκαλος Κώστα Γκούντας. Ο παππούς  έβλεπε στη διάρκεια της κατοχής να φοράνε τα κουστούμια του διάφοροι Τσάμηδες και να τον χαιρετάνε επιδεικτικά. Όταν τον ρώτησα- παιδάκι εγώ, γιατί δεν τους έλεγες τίποτα παππού; μού απάντησε: θα με σκότωναν…

*ΑΝΩΝΥΜΟΥ: Στις 23 Φεβρουαρίου του 1943 αντάρτες του ΕΛΑΣ σκότωσαν κάτω από το Φοινίκι τον Βασιλά- γεωπόνο, υπάλληλο που πηγαινε να μαζέψεις τη δεκάτη για τα λάδι μαζί με τζιαντρεμάδες και Ιταλούς. Ο Βασιλάς ήταν άντρας της Ελένης Αλεξίου (Κωτσιαλέξη) και είχε και δυο μικρές κόρες.

*ΗΛΙΑΣ ΤΖΙΟΒΑΡΑΣ: Τα παρακάτω δυο ντοκουμέντα έφερε στην επιφάνεια ο δάσκαλος Ηλίας Τζιοβάρας από την Κοκκινιά, ένα δείγμα για το πώς και τι βίωνε ο κόσμος στην κατοχή.

Σχολιάστε

Ετικετοσύννεφο