(μια ιστορική περιγραφή για το πως γιόρταζαν την πολιούχο τους προπολεμικά οι Φιλιτιώτες, απο την εφημερίδα ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ. Κεντρική πλατεία τότε είναι όπου σήμερα η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, το δε καφενείο του Γκιολέκα ήταν όπου σήμερα το Πνευματικό Κέντρο της εκκλησίας- φωτογραφίες δυστυχώς δεν έχουμε εκτός κι αν κοιτάξουν στην καρσέλα της γιαγιάς Γκιολέκοβας- οι αγαπητοί μας Αγγελική & Βαγγέλης Γκόγκος)
Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ
Μουντός μολυβένιος ο πρωινός ουρανός μας απειλεί πως δεν θα μας αφήσει να εορτάσιμε σήμερα. Βαρεία κυλάνε τα γκριζόμαυρα σύννεφα, σφίγγονται οι καρδιές, τα κεφάλια υψώνονται παρατηρητικά στον ουρανό και γεμάτα ικεσία τα μάτια εξετάζουν τον ορίζοντα. Κανένα γαλανό χαμόγελο δεν χαράζει τον θυμωμένο πολεμικό του μέτωπο. Είναι η ώρα 9 πρωινή κι ακόμη καμιά ασυνήθης κίνησης δεν προσδίδει εορταστικό χαρακτήρα. Κι είμεθα βέβαιοι πως δεν θα παραξενευθούμε καθόλου αν καταβαίνοντας διαβάσαμε στον πρώτο άγραφο τοίχο που θα συναντήσαμε την εξής περίπου ανακοίνωση. Πενθούσα την απώλεια του Ηλίου η πόλις των Φιλιατών, δεν εορτάζει σήμερον». Μία φίλη βροχή που κράτησε μόνο μισή ώρα ευτυχώς, μας απελπίζει. Αλλά παρά πάσαν ελπίδα σταμάτησε και με την δεύτερη καμπάνα ο κόσμος πλημμυρίζει τους δρόμους. Και για πείσμα του καιρού εμφανίζονται αγέρωχα τα θερινά κουστούμια, τα μεταξωτά φορέματα, τ’ άσπρα παπούτσια, τα σκληρά ψαθάκια, κι οι μαραμένοι παναμάδες. Στο δρόμο συζητάμε γιατί άλλο… για τον καιρό! – Θα βρέξει λες; Και κάποιος καλαμπουριστής απαντά σοβαρά και με πεποίθησης» . Όχι παρεκλήθη υπό του Δήμου μόνο να κατάβρεξη.»
Κι ω του θαύματος εμάντευσε, η βροχή εκράτησε, οι προσκυνηταί από τα γύρω χωργιά και ιδίως από το Φοινίκι προσήλθον αθρόοι και αργότερα, κατά την λειτουργία στον ενδοχώρα της εκκλησίας και έξω στον περίβολο δεν είχες που να ρίξης μήλο.
Κι εδώ κλείνουμε την πρωινή περιγραφή μας γιατί το φαγοπότι κι ο ύπνος έστω και υπό την σκιάν των γέρικων της κογκέλας ελιών είναι πεζά πράγματα για μια καμπάνια και μ’ ένα υπνηλόν άλμα βρισκόμαστε στης βραδινές φωτολουσμένες ώρες.
Οι δροσεροί, καταβρεγμένοι δρόμοι γεμάτοι από τον κόσμο που κατεβαίνει οικογενειακώς προς την πλατεία. Κοσμοπλημμυρισμένη η τελευταία φαντάζει πέρα ως πέρα να είναι ποικιλόμορφο λουλουδοσπαρμένο λειβάδι και στο μέσο υψώνεται βωμός έτοιμος να δεχθή την προσευχή μας το πρόχειρο ξύλινο πάλκο, στολισμένο με δάφνες, σημαιούλες και γιρλάντες ηλεκτρικές γλόμπων σωστό παραμυθένιο σκιοφειλόμενο στο φιλοπρόοδο και φιλόπονο ωραιομανή και ενεργητικό λαοφιλή Δ)την του οικοτροφείου μας κ. Δ. Φραγκίσκο, και στα πειθαρχημένα παιδιά του. Ξεχωριστή κάνουν εντύπωση οι Φοινικιώτικες οικογένειες , καμιά εικοσαριά συγκεντρωμένες όλες μαζί δεξιά του καφενείου του Γκιολέκα και φαντάζουν όμορφα οι χρυσογαϊτανομένες ποδιές, οι αρμάδες τα φλουριά, τα μπιρμπιλομένα μαντήλια.
Σε λίγο κατέρχεται η μπάντα του οικοτροφείου υπό την οδηγίαν του κ. Αρώνη και αρχίζει να εκτελή τα εξόχως εκτελεσθέντα διάφορα μουσικά κομμάτια του προγράμματος της βραδιάς. Ο κόσμος υποδέχεται τα παιδιά και το δάσκαλό τους με θερμάς εκδηλώσεις αγάπης και θαυμασμού και το τέλος κάθε κομματιού καλύπτεται από ασυνήθως ζωηρά για το Φιλιάτι χειροκροτήματα. Αχ, πως μου θυμίζουν όλα αυτά Κέρκυρα- Σπιανάδα! Ένα ουρανομήκες μπιζ μου ξεφεύγει, ξαφνιάζονται οι γειτόνοι μου χειροκροτούν κι αυτοί συνεπαρμένοι μαζί μου, και το ¨ταγκό των ρόδων¨ ξαναπαίζεται.
Ακολουθούν ελληνικοί χοροί, τους σέρνουν με χάρη τα λεβεντόπαιδα του Οικοτροφείου και οι παρθενικές αγνές, λιγερόκορμες, λευκοντυμένες νεράιδες τα κορίτσια. Και πιάνονται σε λίγο στο χορό όλοι οι ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι και τα καλλίτερα της κοινωνίας μας μέλη, ενώ το πάλκο σφίγγεται απ’ το γύρο του χορού που στήσανε τα Φοινικιωτόπουλα.
Και το γλέντι, το ευγενικό και συγχρονισμένο γλέντι ζωηρεύει και το κέφι ξεχύνεται. Τα ιδιάζοντα παραγγέλματα των γκαρσόνων δονούνε την ατμόσφαιρα. Δύο καραφάκια ούζοοο. Τρεις μπύρεεεες και συναγωνίζεται του κοκορετσά η φωνή προκλητική και γρήγορη. Κοκορέτσ. Αλλοοοοοος.: Η εύγλωττη συνηγορία (μυρουδιά) του «ρότι αλλά παλικάρ» μας σκανδαλίζει και κροταλίζοντας τη γλώσσα μας προσκαλούμε. Περνά κι από δω κύριε Κοκορέτση!
Κι έτσι συνεχίζεται στον ίδιο τόνο το γλέντι με κέφι αδιάπτωτο εώς την 10 και 1/2 οπότε αναχωρησάντων των οικοτροφείων και της μπάντας υπό τας επευφημίας του πλήθους, φεύγουμε κι εμείς συναποκομίζοντας της καρέκλες μας, που κρέμονται τρυφερά στο μπράτσο μας, με τας καλλιτέρας των εντυπώσεων για την όμορφη την αλησμόνητη αυτή βραδυά που περάσαμε και που έλουσε την ψυχή μας σε νάματα αρήτου ηδονής και αγαλιάσεως. Φεύγοντας ακούμε τα τραγούδια των Φοινικιωτών που περνούν το φεγγαρόλουστο για το χωριό τους δρόμο.
Κ…ς
ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΠΕΥΦΗΜΙΩΝ
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...