Ιστότοπος για τους Φιλιατες και οχι μονο- με νέα και παλιά, ειδήσεις και σχόλια, λαογραφικά και φωτογραφικά θέματα και την εφημεριδα μας ¨τα ΝΕΑ των Φιλιατών¨ σε ηλεκτρονική μορφή


Image

 

Η εφημερίδα μας ¨τα ΝΕΑ των Φιλιατών¨  πρωτοκυκλοφόρησε πριν 14 χρόνια- πιστεύοντας λοιπόν ότι πάλιωσε θεωρεί ότι αυτά που γράφτηκαν στα φύλλα της αποτελούν αναμνήσεις για τους παλιούς & ιστορία για τους νέους. Γι’αυτό, θα δημοσιεύουμε κατά καιρούς κομμάτια κι αποσπάσματα, από τα παλιότερα φύλλα της εφημερίδας:

                                             3

ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟΥ  1      ΙΟΥΝΙΟΣ 1999

 Image

Με το πίσω πόδι σηκωμένο

            Για να καταλάβεις τώρα, δικέ μου, η μάνα μου, να πούμε, ήτανε λαγόσκυλα με πατέντες και όχι οτιδήποτες δηλαδή. Ο γέρος μου ήτανε ένας λυκόσκυλος λεβέντης και καραμπουζουκλής που της την έπεσε, να πούμε, ένα βράδυ και την αρώτησε αν είναι «δια το πονηρόν». Η μάνα μου του σήκωσε πονηρά την ουρά και συνέβη δηλαδή το μοιραίο. Γι’ αυτό, μόρτη, με έχεις τώρα αν σου κουβεντιάζω και να σου λέω κουβέντες ντεκλαρέ και όχι μπουρμπούτσαλα.

            Όταν, να πούμε, μας γέννησε η συγχωρεμένη η γριά μας, τέσσερα κομμάτια ήρθε ο αφεντικός και μας πήρε μάτι και μετά έβρεξε τη μάνα μου και κάτι είπε και για το γέρο μου.

            Γιατί ήθελε ο μάγκας να βγούμε και τα τέσσερα λαγόσκυλα και να μας πουλήσει. Δηλαδή εμπόριο βρεφών, αδερφάκι, και δε βρέθηκε ένας εισαγγελέψ να τον χώσει στη στενή, λες και τα κουτάβια των ανθρώπων είναι διαφορετικά από τα δικά μας.

            Εκεί λοιπόν που μας είχε αγκαλιά η γριά μας ήρθε ο αφεντικός με έναν αγριομούστακο νταγλαρά, που κράταγε από το χέρι έναν πιτσιρικά και μας κάνανε χάζι. Η μάνα μας έλεγε την κοκκινοσκουφίτσα, γιατί πόναγε η κοιλιά της μικρής της αδερφής μου, οπότε πετάγεται ο πιτσιρής και λέει: «Αυτό θέλω». Με βουτάνε που λες αδερφάκι από την μάνα μου απάνω που έτρωγε ο λύκος τη γιαγιά της μικράς.

            Στο σπίτι που πήγανε με βάλανε μέσα σε ένα κουτί και μου στρώσανε κάτω εφημερίδες, για να μη μουσκέψουνε τα στρωσίδια. Εκεί έμαθα να διαβάζω.

            Όταν έγινα κάμποσο μηνών και την πέρναγα κοτσάνι, ήμουν ένας σκύλος κανονικός και με αγαπούσε ο πιτσιρικάς, να πούμε, και εγώ δεν είχα κανένα πρόβλημα, ώσπου ήρθε μια μέρα ένας μόρτης, μαζί με τον αφεντικό και στα  καλά του καθουμένου του λέει: «Που τον βρήκες, ρε αυτόν τον κόπρο, δε βλέπει που έχει το ένα αυτί κάτω και το άλλο απάνω;» Γιατί, για να καταλάβεις, δικέ μου, οι άνθρωποι κοιτάνε τα αυτιά των κουταβιών αν είναι απάνω ή κάτω και δεν κοιτάνε τα αυτιά των παιδιών τους που είναι σαν μεγάφωνα.

            Από κείνη τη μέρα αδερφάκι κάτι δεν τσούλαγε. Ο δικός μου με μπάνιζε με μισό μάτι, και μια στιγμούλα μου λέει: «Για να δούμε ρε κόπρο αν σου κόβει η γκλάβα». Παίρνει το λοιπόν ένα ξύλο και το πετάει και μετά μου λέει να πάω να το φέρω. Εγώ, να πούμε, προς στιγμή κόμπλαρα. Ρε συ, έχεις στο ξύλο στα χέρια σου και το πετάς και μετά μου λες να στο φέρω; Άντε πνίξου ρε, τι μας απέρασες, ταχυδρόμους που κουβαλάνε δέματα;

            Αυτή, μόρτη μου, ήτανε η τελευταία μέρα στο σπίτι του δικού μου. Με βούτηξε από το λουρί και πήγε και με απόληξε στις κογκέλες την πρώτη μέρα ήτανε καλά, κατούραγα όπου ήθελα αλύχταγα τις χελώνες και έκανα τρελά, αλλά κατά το σούρουπο, να πούμε, αρχινέψανε να διαμαρτύρονται τα κοιλιακά μου συστήματα. Για να βρω κάτι να γεμίσω τη μπάκα μου, κατάληξα στην πλατεία που με βλέπεις τώρα. Στα λέω αυτά για να πάρεις μια γέψη με ποιον έχει να κάμεις, γιατί θα τα λέμε συχνά.

            Εγώ τώρα αδερφάκι επειδή είμαι αδέσποτος, γυρίζω όλο το Φιλιάτι να πούμε χωρίς να δίνω λογαριασμό σε κανένανε, και μαθαίνω όλα τα νέα. Γιατί εμείς οι αδέσποτοι είμαστε φιλοσοφημένα άτομα και τα κουβεντιάζουμε μεταξύ μας. Αλλά τα περισσότερα τα μαθαίνω από τη Λίζα, τα λυκόσκυλα να πούμε, που ο αφεντικός της είναι άνθρωπος μέγκλα και κιμπάρης. Και μη σου πάει το μυαλό ότι εγώ με τη Λίζα δηλαδή, περί το πονηρόν, διότι την πήγανε στο γιατρό και της χαλάσανε το πράμα της, επειδή δε θέλανε κουτάβια. Τέτοια μεγαλεία να πούμε. Και αυτή να πούμε η Λίζα, είναι από μεγάλο σόι, αφού για να καταλάβεις δικέ μου, ένας τρίτος ξάδερφος της είναι στα ναρκωτικά, όπως αυτά ντε, που πουλάνε οι διάφοροι τις νύχτες στην Αγία Τριάδα και το ξέρουνε όλοι εκτός από την Αστυνομία και τη βρίσκουνε να πούνε οι πιτσιρικάδες αμφοτέρων των φύλων και κάνουνε μετά σούζες με τα μηχανάκια και μπορεί δηλαδή να συμβεί το χειρότερο, να πατήσουνε δικέ μου κανένανε δικό μας και τότε θα πέσει το ουρλιαχτό γόνατο.

            Τώρα, από φαγητό να πούμε, τα πράγματα έχουν δυσκολέψει, γιατί βάλανε τους κάδους. Κάπου τσιμπάγαμε κανένα μεζέ από την πιτσικαρία στην παιδική χαρά, αλλά και αυτήν δεν την καθαρίσαν γιατί στείλανε το συνεργείο να κόψει τα χορτάρια του Παλαμπά για μη γλιστράνε οι γελάδες.

            Διότι να σου κάνει αδερφέ ο Καποδίστριας έτσι που έγινε το πράγμα; Το μόνο καλό είναι ότι έστειλε το λεωφορείο και μπορούμε να ξαπλώνουμε από κάτω και δεν μας βαράει ο ήλιος στο καύκαλο και θα το ‘χουμε, να πούμε, εμείς οι αδέσποτοι, γιατί το ΚΤΕΛ έκανε μήνυση στο Δήμο επειδή πήγε να του κλείσει το μαγαζί.

            Τώρα, δικέ μου, πρέπει να την κάνω, γιατί  πρέπει να μάθω νέα από το Δημοτικό Συμβούλιο. Τι νέα δηλαδή, αφού όλες οι αποφάσεις παίρνονται ομόφωνα. Στην ουσία, για να καταλάβεις, τέσσερις κάνουνε κουμάντο και τους άλλους τους έχουνε για να λένε τον καιρό.

Ο Αδέσποτος   

 

 

 

Comments on: "Τα ¨ΝΕΑ των Φιλιατών¨ πάλιωσαν και θυμούνται… 3" (1)

  1. neafiliaton's avatar

Σχολιάστε

Ετικετοσύννεφο