ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΗ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΜΑΘΗΣΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΕΡΓΗ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΙΚΗΓενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες –
Μεθοδικότητα Μελέτης και Ποιότητα Μάθησης – Θεωρία
Πολλαπλής Νοημοσύνης (Gardner 1983) – Συντελεστική μάθηση
(Skinner): προσανατολισμός στο αποτέλεσμα
Γιώργος Μαστορίδης
Το ζήτημα της παιδείας είναι το σοβαρότερο θέμα, με το οποίο μπορεί να ασχοληθεί ένας άνθρωπος κατά την διάρκεια όχι μόνο των μαθητικών του χρόνων, αλλά και κατά την διάρκεια ολόκληρης της ζωής του. Πραγματικά, ο άνθρωπος μπορεί και πρέπει σε μικρή ηλικία να διδάσκεται κυρίως τρόπους και μεθόδους μάθησης, ώστε να συνεχίζει διαρκώς να μαθαίνει στο πλαίσιο μιας οργανωμένης ενεργής και ποιοτικής «διά βίου μάθησης».
Σε προηγούμενο άρθρο (ΜΕΛΕΤΗ, ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ) διερευνήθηκε η ολόπλευρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και ειδικά των πνευματικών λειτουργιών της: μνήμης, κρίσης και φαντασίας. Αξίζει να αναφερθεί ξανά η παλαιότερη έρευνα της ΟΥΝΕΣΚΟ σύμφωνα με την οποία οι μαθητές και γενικότερα οι άνθρωποι διατηρούν στη μνήμη τους: 10% όσων ακούν, 15% όσων βλέπουν, 20% όσων ακούν και βλέπουν, 70% όσων ακούν, βλέπουν και ανταποκρίνονται, 90% όσων ακούν, βλέπουν, συμμετέχουν, ανταποκρίνονται και επεξεργάζονται. Η απόκτηση και εμπέδωση νέων γνώσεων και εμπειριών απαιτεί τη σύμπραξη τουλάχιστον δύο, τριών ή όλων των αισθήσεων. Με την ενεργή συμμετοχή όλων των αισθήσεων στα σχολεία και τα κέντρα δια βίου μάθησης οι βιωματικές εμπειρίες στηρίζουν την κριτική ικανότητα και φαντασία ενισχύοντας αποτελεσματικότερα την νοητική και μνημονική λειτουργία.
Ήδη από την αρχαία εποχή ο Αριστοτέλης (384-322) έχει διατυπώσει τρεις βασικές θέσεις για το εκπαιδευτική αγωγή: «ο άνθρωπος φύσει ορέγεται του ειδέναι», «έξις, δευτέρα φύσις» και «τριῶν δεῖ παιδείᾳ, φύσεως, μαθήσεως, ἀσκήσεως». Και σήμερα οι Ψυχολόγοι και Παιδαγωγοί εξακολουθούν να μελετούν την έμφυτη όρεξη για γνώση και την δύναμη της συνήθειας στη μάθηση και την άσκηση ως επιδραστικών, γενετικών και περιβαλλοντικών, συντελεστών αφενός στην οργάνωση κατάλληλων δομών και υποδομών, αφετέρου στη χρήση θεωρητικών και πρακτικών μεθόδων για μια ολοκληρωμένη και ουσιαστική εκπαίδευση.
Από τις σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις της μάθησης σημαντικότερες θεωρούνται η θεωρία της Πολλαπλής Νοημοσύνης του Γκάρτνερ και της Συντελεστικής Μάθησης του Σκίνερ.
1.Η πολλαπλή νοημοσύνη
Η θεωρία της πολλαπλής νοημοσύνης αναπτύχτηκε το 1983 από τον Dr. Howard Gardner, στο ανατρεπτικό βιβλίο του «Frames of Mind: The Theory of Multiple Intelligences» εκφράζοντας για πρώτη φορά τη θεωρία των πολλαπλών ευφυϊών, η οποία άλλαξε τον χάρτη της εκπαίδευσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο Γκάρντνερ επαναπροσδιορίζει και διευρύνει την έννοια της νοημοσύνης. Η νοημοσύνη, δεν είναι μία μοναδική και ενιαία οντότητα, αλλά αποτελείται από ξεχωριστές και ανεξάρτητες μονάδες και αποτελεί ένα πολυδιάστατο χαρακτηριστικό, το οποίο συνδέεται με ψυχοσωματικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Κάθε άτομο έχει ένα συνδυασμό των οκτώ ή και περισσοτέρων ειδών νοημοσύνης και μπορεί να τις αναπτύξει σε επαρκές επίπεδο.
Σύμφωνα με τη θεωρία του υπάρχουν τουλάχιστον οκτώ διαφορετικά και ανεξάρτητα είδη νοημοσύνης:
1. Γλωσσική/ Λεκτική (Verbal/ Linguistic)
2. Λογικομαθηματική (Logical/ Mathematical)
3. Μουσική (Musical / Rhythmic)
4. Οπτικοχωρική/ Χωροταξική (Visual/ Spatial)
5. Σωματική/ Κιναισθητική (Bodily- Kinesthetic)
6. Φυσιολατρική/ Νατουραλιστική (Naturalist)
7. Διαπροσωπική (Interpersonal)
8. Ενδοπροσωπική (Intrapersonal)
Σε κάθε άνθρωπο ενυπάρχουν και οι οκτώ τύποι νοημοσύνης, σε ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο συνδυασμό. Έτσι, η νοημοσύνη του καθενός είναι σαν το δακτυλικό του αποτύπωμα! Σύμφωνα με τη θεωρία της πολλαπλής νοημοσύνης, επίκεντρο της μεθόδου μάθησης πρέπει να είναι η εξατομικευμένη– διαφοροποιημένη προσέγγιση του κάθε μαθητή με βάση τον προσωπικό και μοναδικό μαθησιακό του τύπο. Με αυτή την μέθοδο της «έξυπνης μάθησης» αξιοποιούνται όλα τα είδη νοημοσύνης του παιδιού. Σε κάθε τύπο νοημοσύνης αντιστοιχεί ένας ξεχωριστός τρόπος λειτουργικότητας και ένα χαρακτηριστικό είδος μάθησης. Είναι εξίσου σημαντικοί, όχι όμως και το ίδιο εξελιγμένοι σε κάθε άτομο. Κύριος «ένοχος» μάλιστα για την άνιση μεταξύ τους ανάπτυξη θεωρείται το σχολείο, το οποίο επικεντρώνεται στην καλλιέργεια δύο μόνο τύπων ευφυΐας- γλωσσικό και λογικομαθηματικό – αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τους υπόλοιπους. Ο Γκάρντερ τονίζει: «H προσωπική και εξατομικευμένη μάθηση είναι η καλύτερη, διότι όχι μόνο κάθε παιδί μαθαίνει με το δικό του ρυθμό και τις δικές του δυνατότητες, αλλά το ίδιο το παιδί μας υποδεικνύει και μας διδάσκει πώς να βελτιώνουμε τον τρόπο που μεταφέρουμε τον τρόπο σκέψης μας και να τον μοιραζόμαστε μαζί του. Κατά τη γνώμη μου, ο σκοπός του σχολείου θα έπρεπε να είναι να αναπτύσσει όλους τους τύπους νοημοσύνης».
Συντελεστική ή αποτελεσματική Μελέτη και Μάθηση
Διδάσκοντας τους μαθητές πώς να μαθαίνουν
Γιατί μελετά ο μαθητής και γενικά ο άνθρωπος «δια βίου»; Πώς, με ποιο τρόπο, η μελέτη είναι πιο αποτελεσματική; Ο άνθρωπος ως πολύπλοκη μηχανή δέχεται και επεξεργάζεται τις πληροφορίες. Η ανάπτυξη της αγάπης για την ποιοτική μελέτη και τη μάθηση, το συστηματικό διάβασμα με συνέργεια και αυτενέργεια, είναι υπερβολικά σημαντική, για να αφεθεί στην τύχη της. Μπορεί να διδαχθεί στο σπίτι και στο σχολείο με τη χρήση των βιβλίων και άλλων ψηφιακών εργαλείων. Η σωστή μελέτη είναι μια δεξιότητα που μαθαίνεται. Σύμφωνα με τον ψυχολόγο Μπάροουζ Σκίνερ «δεν θα ’πρεπε να διδάσκουμε τα σπουδαία βιβλία αλλά να διδάσκουμε την αγάπη για το διάβασμα».
Ο Σκίνερ (1904-1990) υποστηρίζοντας σε όλες του τις έρευνες τη σημασία της «αντίδρασης», είτε ως αυθόρμητης απόκρισης με τη μορφή αντανακλαστικού είτε ως μίας σύνθετης μορφής συμπεριφοράς, κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι περισσότερες ανθρώπινες αντιδράσεις έχουν την τάση να επαναλαμβάνονται αναλόγως με τα γεγονότα που τις ακολουθούν, τα οποία και ονόμασε «συντελεστές». Η θεωρία του βασίστηκε κυρίως στον «Νόμο του αποτελέσματος» του Θορντάικ (1905), τον οποίο συμπλήρωσε με τον νέο όρο «ενίσχυση». Συγκεκριμένα, υποστήριξε πως η συμπεριφορά που επιβραβεύεται τείνει να επαναλαμβάνεται, δηλαδή να ενισχύεται, ενώ η συμπεριφορά που τιμωρείται τείνει να εξαφανίζεται ή να εξασθενεί. Κατέληξε στον όρο «συντελεστική μάθηση», η οποία προσανατολίζεται περισσότερο στο αποτέλεσμα της συμπεριφοράς παρά στο ερέθισμα.
Συμπερασματικά, μάθηση είναι η διαδικασία απόκτησης και εμπέδωσης καινούργιων δεδομένων με τη συμβολή γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Μέσω της μεθοδικής μελέτης και μάθησης ο νέος μπορεί ν’ ανακαλύπτει τον εαυτό του μαθαίνοντας σταδιακά τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία του, ν’ αποκτά αυτογνωσία, ανεξαρτησία και αίσθημα ευθύνης για την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του. Η ποιοτική μάθηση με κίνητρα και σε κατάλληλες εκπαιδευτικές δομές και υποδομές, μπορεί να εξελιχθεί σε μακρόχρονη ψυχοκοινωνική διαδικασία Δια Βίου Μάθησης, ώστε ο άνθρωπος με Θέληση και Πάθος για τη νέα Γνώση να «γηράσκει αεί διδασκόμενος».
18 Απριλίου 2022 www.politistikomellon.eu/2020
Σχολιάστε